Ἦταν ὅλοι τους φοιτητές καί σπουδαστές. Καί ἄν ἡ πατρίδα ἦταν τότε σκλαβωμένη, ἐκεῖνοι κρατοῦσαν τήν ψυχή ἐλεύθερη καί ἀδούλωτο τό πνεῦμα. Ἀνδρώθηκαν μέ τούς θούριους τοῦ Ρήγα καί τοῦ Κοραῆ, καί οἱ νεανικές καρδιές τους θαρρεῖς πώς ἔπαιρναν φωτιά σάν σιγοτραγουδοῦσαν τό «καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή…». Καί τότε ἔνιωθαν βαθιά μέσα τους τό τί θά πεῖ «ἀδιατίμητον ἡ ἐλευθερία».