Ο Φωτισμένος Κυβερνήτης, Ο Πιστός Χριστιανός Ορθόδοξος Ιωάννης Καποδίστριας…! (Photo)

kapodistrias8765-248x300

Στίς 14 Σεπτεμβρίου 1831, λίγες μέρες πρίν τό αἷμα του βάψει τά σκαλοπάτια τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στό Ναύπλιο, ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ἔγραψε στόν ἐπιστήθιο φίλο του καί μεγάλο εὐεργέτη τῆς Ἑλλάδας, τόν Ἑλβετό Ἰωάννη – Γαβριήλ Eynard, καί τήν ἀκόλουθη προφητική γιά τόν ἑαυτό του φράση: «Ἂς λέγουν καί ἂς γράφουν ὅ,τι θέλουν. Θά ἔλθη ὅμως κάποτε καιρός, ὅτε οἱ ἄνθρωποι κρίνονται ὄχι σύμφωνα μέ ὅσα εἶπον ἢ ἔγραψαν περί τῶν πράξεών των, ἀλλά κατ’ αὐτήν τήν μαρτυρίαν τῶν πράξεών των. Ὑπ’ αὐτῆς τῆς πίστεως ὡς ἀξιώματος δυναμούμενος, ἔζησα μέσα εἰς τόν κόσμον μέχρι τώρα, ὁπότε εὑρίσκομαι εἰς τήν δύσιν τῆς ζωῆς μου, καί ὑπῆρξα πάντοτε εὐχαριστημένος διά τοῦτο. Μοῦ εἶναι ἀδύνατον πλέον νά ἀλλάξω τώρα. Θά συνεχίσω ἐκπληρῶν πάντοτε τό χρέος μου, οὐδόλως φροντίζων περί τοῦ ἑαυτοῦ μου, καί ἂς γίνη ὅ,τι γίνη (1)».

Καί ἦλθε πράγματι ὁ καιρός πο ἡ ἱστορία ἔκρινε, κρίνει καί θά κρίνει, κατά τήν Ἑλένη Κούκκου, τόν Καποδίστρια ἀπά τή μαρτυρία τῶν πράξεών του, ἀπό τό τεράστιο ἐθνικό του ἔργο, ἀπό τήν ἀνυπολόγιστη προσφορά του πρός τήν Ἑλλάδα καί τούς Ἕλληνες. Ἀπό τό ἔργο του, πού ἀκόμα δέν τό γνωρίζουμε σέ βάθος, καί ἀπό τήν προσφορά του, πού ἀκόμα δέν μᾶς εἶναι γνωστή σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις της. Σωστά γράφτηκε τελευταῖα πώς ὁ Καποδίστριας, «εἶναι συγχρόνως ὁ μεγάλος γνωστός καί ὁ μεγάλος ἄγνωστος» καί ὅτι «ἐξακολουθεῖ ἀκόμα νά ἀναδύεται ἀπό τό σκοτάδι, μέσα ἀπό τά ἀδημοσίευτα ἀρχεῖα…» (2).

«Ὁ κόμης Ἰωάννης Καποδίστριας τοῦ Ἀντωνομάρια ἔζησε μίαν ζωήν μεγάλων διαστάσεων», παρατηρεῖ ὁ Παν. Ζέπος, «τήν ὁποίαν ἐσφράγισε μέ τήν ὑπερτάτην θυσίαν, ἀκριβῶς τήν ἐποχήν πού ἡ παρουσία του ἀποτελοῦσε ἐγγύησιν καί ἐλπίδα διά τό ταλαιπωρημένον καί ἀναγεννώμενον ἔθνος. Ὁ ἐκλεπτυσμένος ἄρχοντας, ὁ δεξιοτέχνης διπλωμάτης καί πολιτικός, ὁ ἀπαράμιλλος διοργανωτής, ὁ μεγάλος ὀνειροπόλος, ὁ ἀσκητικός, ὁ ἔντιμος καί ἀδιάφθορος ὑπῆρξεν ὁ ἀγωνιστής, πού μέ τόν ἀγῶνα του τόν καλόν ἐθεμελίωσε τό νεώτερον ἑλληνικόν κράτος, τοῦ ἔδωσε τά πρῶτα του ὁριστικά σύνορα καί τοῦ ἐμφύσησε ψυχή καί δύναμη, διά νά ὀρθοποδήση καί νά ἀκολουθήση τόν δρόμον τῶν μεγάλων του πεπρωμένων. Ὁ ἄνθρωπος μέ τήν βαθύχρωμη ρεδιγκόταν ἔδωσε σχῆμα καί μορφήν εἰς τό τότε ἀσχημάτιστον καί ἄμορφον ἑλληνικόν κράτος. Καί τήν ἀνεκτίμητον αὐτήν προσφοράν του ἐπλήρωσε μέ τή ζωήν του. Ἡ θυσία του ὑπῆρξε θυσία ἥρωος καί ὁ  θάνατός του τραγωδία» (3).

Ὁ Καποδίστριας μεγάλωσε σέ ἕνα καθαρά πατριαρχικό περιβάλλον, μαζί μέ τούς ἄλλους ὀκτώ ἀδελφούς καί ἀδελφές του, μέ ἔντονα θρησκευτική ἀγωγή καί ἀπό τούς δύο γονεῖς. Τά πρῶτα γράμματα τά διδάχτηκε ἀπό τούς δασκάλους τοῦ τόπου του καί ἀπό τά δώδεκα χρόνια του αἰσθάνεται ἔντονα τήν κλίση πρός τή μελέτη τῆς ὀρθόδοξης πίστης. Αὐτή τήν κλίση θά τοῦ τήν καλλιεργήσει σέ βάθος ὁ μοναχός Συμεών στή Μονή Πλατυτέρας, ὅπου σύχναζε ὁ νεαρός Καποδίστριας. Τό 1794, ἔχοντας συμπληρώσει τήν παιδεία πού μποροῦσε τότε νά τοῦ προσφέρει ἡ Κέρκυρα, ἔφυγε γιά τή Βενετία, γιά νά σπουδάσει στό περίφημο τότε πανεπιστήμιο τῆς Πάντοβας. Σπούδασε βασικά ἰατρική καί παρακολουθοῦσε ὡς ἀκροατής, ὅπως συνηθιζόταν τότε, καί τίς παραδόσεις τῶν καθηγητῶν στόν κλάδο τῆς νομικῆς ἐπιστήμης, ἔχοντας πάντα μιάν ἰδιαίτερη κλίση πρός τίς φιλολογικές καί φιλοσοφικές ἐπιστῆμες.

Στήν Ἰταλία κυκλοφοροῦσαν τότε οἱ ἐπαναστατικές ἰδέες τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καί οἱ διακηρύξεις τῶν ὑλιστικῶν θεωριῶν. Ὁ νεαρός Καποδίστριας βρέθηκε ξαφνικά, ἀπό τό συντηρητικό περιβάλλον τοῦ σπιτιοῦ του καί τῆς κλειστῆς κοινωνίας τῆς Κέρκυρας, μέσα στόν στρόβιλο τῶν ὑλιστικῶν ρευμάτων τῆς Δύσης καί τήν ἔξαρση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ φιλελευθερισμοῦ. Ἡ θεμελιωμένη ὅμως πάνω στίς πνευματικές ἀξίες προσωπικότητά του ἔμεινε ἀνεπηρέαστη καί ξένη ἀπέναντι σέ ὅσες ἰδέες καί τάσεις ἐπιδίωκαν νά συντρίψουν κάθε ἰσορροπία καί σύνδεσμο ἀνάμεσα ἀφενός στίς ἐλευθερίες καί τά δικαιώματα καί ἀφετέρου στά καθήκοντα καί τίς ὑποχρεώσεις τοῦ ἀνθρώπου. Μονάχα σέ ἕνα σημεῖο ἄφησε, κατά τήν Ἑλένη Κούκκου, τόν ἑαυτό του συνειδητά ἐλεύθερο νά ἐπηρεαστεῖ ἀπό τίς νέες ἰδέες καί τά πρωτοφανέρωτα ρεύματα: σέ ὅ,τι ἀφοροῦσε στήν κοινωνική δικαιοσύνη, στήν ἰσοπολιτεία καί ἰσονομία ἀνάμεσα σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους (4).

Τό 1797, σέ ἡλικία 21 ἐτῶν μόλις, ὁ Καποδίστριας «ἐφωδιασμένος μέ τόν στέφανον τῆς Ἰατρικῆς, τῆς Νομικῆς καί τῆς Φιλοσοφίας», γύρισε στήν Κέρκυρα, ὅπου ἄρχισε νά ἀσκεῖ τό ἰατρικό ἔργο. Ὅπως ὁ ἴδιος διηγοῦνταν, ἂν καί ἔνιωθε ἔμφυτη καί δυνατή κλίση πρός τή φιλοσοφία καί τά γράμματα, ἀποφάσισε νά ἀσκήσει τελικά τήν ἰατρική, γιατί ἐπιθυμοῦσε νά θέσει τήν ἐπιστήμη του καί τόν ἑαυτό του στήν ἀνακούφιση τῆς ἀνθρώπινης δυστυχίας. Ὁ λαός τῆς Κέρκυρας, καί κυρίως οἱ φτωχοί καί οἱ δυστυχεῖς, ἔνιωσαν ἀμέσως τήν εὐεργετική καί ἀφιλόκερδη παρουσία του. Τούς τελευταίους ὄχι μονάχα τούς ἐπισκεπτόταν καί τούς θεράπευε δωρεάν, ἀλλά τούς παρεῖχε καί τά ἀναγκαῖα χρήματα, τήν κατάλληλη τροφή καί τά ἀπαραίτητα φάρμακα. «Οἱ πάσχοντες πτωχοί τόν ἐκάλουν παρήγορον ἰατρόν, εὐεργέτην, πατέρα», σημειώνει ὁ Σπ. Δέ Βιάζης (5).

Ἀσχολήθηκε γιά πρώτη φορά με τή διαχείριση τῶν κοινῶν κατά τή ρωσοκρατία, ὅταν ὑπηρετῶντας τήν Ἑπτανησιακή Δημοκρατία, ἀπέδειξε τίς ἔμφυτες ἱκανότητές του στή διοίκηση καὶ στήν ἀντιμετώπιση τῶν πολιτικῶν προβλημάτων. Αὐτό ὑπῆρξε ἡ ἀφορμή να τόν προσέξουν οἱ Ρῶσοι καί νά τόν καλέσουν ἀργότερα στήν Ἁγία Πετρούπολη, ὅταν στά Ἑπτάνησα ἡγεμόνευαν οἱ Γάλλοι. Τό 1809, ἔφθασε στή Ρωσία. Καί ἐκεῖ, ἡ εὐφυΐα του ἀλλά καή ἡ καλή του τύχη τοῦ ἄνοιξε τούς μεγάλους δρόμους στήν καταπληκτική του σταδιοδρομία. Γρήγορα σημείωσε τίς πρῶτες του ἐπιτυχίες στή ρωσική διπλωματία. Οἱ εἰσηγήσεις του γιά τήν ἐπίλυση τῶν δύσκολων προβλημάτων τῆς ζωῆς τῶν λαῶν τῆς βαλκανικῆς χερσονήσου, ἡ ὑπηρεσία του στή Βιέννη καί ἡ ἀνάληψη ἐμπιστευτικῆς θέσης στό Βουκουρέστι, ὅλα αὐτά μαζί καί περισσότερο ἀπό ὅλα ἡ προσωπική του ἐπαφή με τόν Τσάρο καθιέρωσαν τήν καλή φήμη τοῦ Καποδίστρια ὡς ἱκανοῦ διπλωμάτη. Τό 1815, διορίζεται ἀπό τόν Τσάρο ὑπουργός τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας καί στή θέση αὐτή παραμένει μαζί μέ τόν Νέσσελροντ μέχρι τό 1822, ἀναπτύσσοντας τήν ἀπίθανη δραστηριότητά του, ἀγωνιζόμενος ἐναντίον τῶν μηχανορραφιῶν τοῦ Μέττερνιχ καί ὑπέρ τῶν καταπιεζόμενων λαῶν καί ἀκόμη προσπαθῶντας ἔντεχνα νά παρασύρει τόν Τσάρο σέ κάποια συμπαράσταση πρός τόν ἑτοιμαζόμενο γιά τόν μεγάλο Ἀγῶνα ἑλληνικό λαό. Τόν Αὔγουστο τοῦ 1822, ἔφυγε ἀπό τή Ρωσία μέ ἀναρρωτική ἄδεια καί ἐγκαταστάθηκε στή Γενεύη, ὅπου θά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα. Καί ἡ ὥρα αὐτή θά φτάσει, ὅταν ἡ Γ’ Ἐθνοσυνέλευση θά τόν ἐκλέξει τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1827 Κυβερνήτη τῆς Ἑλλάδας γιά μία ἑπταετία (6).

Στίς 6 Ἰανουαρίου 1828, ὁ Καποδίστριας ἀποβιβάσθηκε στό Ναύπλιο καί στίς 11 τοῦ ἴδιου μήνα ἔφτασε στήν Αἴγινα. Ἀμέσως τότε ὁρκίσθηκε στήν ἐκκλησία καί ἄρχισε τόν πολύπλευρο ἀγῶνα του. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή, ὁ  Καποδίστριας βρέθηκε ἀντιμέτωπος μέ τά τεράστια προβλήματα, τά ἐκρηκτικά καί ἀκανθώδη, πού ἀποτελοῦσαν τότε τήν ἑλληνική πραγματικότητα. Ἀπό τά πρῶτα του βήματα ἄρχισε ἡ δύσκολη πορεία πρός τόν Γολγοθᾶ του, ὅπως ὁ ἴδιος προφητικά εἶχε προβλέψει, ὅταν πληροφορήθηκε τήν ἐκλογή του (7).

Σέ συνομιλία του μέ τόν Γεώργιο Μαυρομιχάλη, τόν ἕνα ἀπό τούς κατοπινούς δολοφόνους του, πού τόν ἐπισκέφθηκε τότε, τό 1828 στήν Αἴγινα, ἀνάμεσα σέ πολλά ἄλλα εἶπε καί τά ἑξῆς: «…Ἂν δέν μᾶς ἀποστραφεῖ ὁ μεγαλοδύναμος καί ἀξιωθοῦμε τήν εὐλογία του, τά ἀκροθαλάσσιά μας θά στολισθοῦν ἀπό εὔμορφες πολιτεῖες, ἡ σημαία ἡ ἑλληνική, θα δοξάζεται εἰς τά πελάγη, ἥμερα δένδρα θά ἀνθίζουν εἰς τά ἄγρια βουνά καί οἱ ἐρημιές θά πληθύνουν ἀπό κατοίκους… ἕνα μόνο φοβοῦμαι καί μέ δέρνει ὑποψία, τρέμω τήν ἀπειρία σας· ἂν ἡ νέα κυβέρνησις τύχει νά συγκρουσθεῖ μέ συμφέροντα ξένων δυνάμεων… ἡ νίκη θά εἶναι δική μας, ἂν βασιλεύει στήν καρδιά μας Θεός ζηλότυπος, μόνο τό αἴσθημα τό ἑλληνικό· ὁ φιλήκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης. Εἴθε οἱ νέοι τῆς Ἑλλάδος, νά εἶναι βοηθοί μου καί πρῶτος ἐσύ…» (8).

Εἶναι μνημεῖο συνταρακτικό, ἡ συνομιλία αὐτή τοῦ Κυβερνήτη μέ τόν Γεώργιο Μαυρομιχάλη. Ἂν ἔχει ἀποδοθεῖ μέ ἀκρίβεια ἀπό τόν Τερτσέτη, ἡ συνομιλία αὐτή δίνει ζωντανή τήν εἰκόνα τῆς ἐρήμωσης καί τῆς καταστροφῆς πού βρῆκε ὁ Καποδίστριας κατά τήν ἄφιξή του, ἀλλά καί παρασταίνει τούς ἐλπιδοφόρους ὁραματισμούς του γιά τή σύνταξη τοῦ ἀκόμη μαχόμενου καί τεμαχισμένου κράτους, τό ὁποῖο κλήθηκε νά κυβερνήσει. Πιστός χριστιανός, ἀποθέτει τίς ἐλπίδες του στόν Θεό, ἀλλά καί βεβαιώνει ὅτι θά δώσει ὅλες του τίς δυνάμεις γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ἔργου του, ἑνός ἔργου πού τό ὁραματίσθηκε καθαρά ἑλληνικό, ἀπαλλαγμένο ἀπό κάθε ξενολατρία. Ἡ συνομιλία του μέ τόν Γεώργιο Μαυρομιχάλη, εἶναι ἔκφραση τοῦ συμβολαίου του μέ τήν πατρίδα. Μέ τήν πατρίδα, τήν ὁποία θά ὑπηρετήσει ὁλόψυχα ἐπί τρία χρόνια, ὀκτώ μῆνες καί λίγες ἡμέρες, μέχρι τήν ἡμέρα τῆς θυσίας του.

Ὁ Καποδίστριας, πού ἔζησε τά περισσότερα χρόνια του ἔξω ἀπά τήν Ἑλλάδα, ὑπῆρξε κατ’ ἐξοχήν Ἕλληνας, φορέας ἐκείνων τῶν ἀρετῶν πού κάνουν τήν ἑλληνική ἱστορία, τήν ἑλληνική τέχνη καί τήν ἑλληνική σκέψη βάθρο τοῦ πολιτισμοῦ ὅλων τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης. Ὑπῆρξε ὅμως, ὅπως εἰπώθηκε, καί πιστός χριστιανός· σέ κάθε ἐνέργειά του ζητοῦσε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί πίστευε πάντα ὅτι ἡ σωτηρία τῆς πατρίδας εἶναι θέλημά Του. Οἱ προτροπές του, θυμίζουν ἀποστολικά κείμενα καί φανερώνουν τήν ἀγωνία του γιά τήν κατάσταση πού ἐπικρατοῦσε στήν Ἑλλάδα, «τό ζώσιμον ἢ θανάσιμον ζήτημα τῆς Ἑλλάδος» (9). Στό πρῶτο ἐπίσημο γράμμα του πρός τόν Πρόεδρο τῆς Ἐθνικῆς Συνέλευσης τῶν Ἑλλήνων, πού ἀποφάσισε τήν ἐκλογή του ὡς Κυβερνήτη, ἀνάμεσα σέ πολλά ἄλλα γράφει: «…Αἱ μέν ἀπό χρόνου ροπαί πάντως ἐν χερσί Θεοῦ κεῖνται· ἀλλ’ ὅμως καί ὑμεῖς δύνασθε, κύριοι, νά τάς παρασκευάσετε δεξιάς. Ἔσται δέ τοῦτο, βεβαιωθεῖτε, ἂν πιστοί εἰς τάς ἀναλλοιώτους ἀρχάς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως, ὁμοψύχως καί ἀδόλως συνεργάζεσθε εἰς τά τῆς κοινῆς σωτηρίας, οἱ μέν τά ὅπλα φέροντες οὐ μόνον εὐάνδρως καί ἀφωσιωμένως, ἀλλά καί μετά πάσης πειθαρχίας πρός τούς κοσμήτορας…» (10).

Τήν ἴδια ἡμέρα, 14 Αὐγούστου 1827, ἔγραψε καί στόν Πρόεδρο τῆς Προσωρινῆς Κυβερνήσεως τῆς Ἑλλάδος, γιά νά τονίσει ἀνάμεσα σέ ἄλλα ὅτι ἡ πατρίδα θά σωθεῖ μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ:  «…Ἂς καταγινώμεθα λοιπόν εἰς διεκπεραίωσιν τῆς ἐνδόξου ταύτης ὑποθέσεως ἐν πίστει, ἐν ἀφιλοκερδείᾳ, ἐν ὁμονοίᾳ, ἐν συνέσει, καθότι πρώτιστον πάντων τῶν λοιπῶν ἔχομεν τό κοινόν τοῦτο ἀγώνισμα, καί οὕτω τοῦ Θεοῦ συναιρομένου σωθήσεται ἡ πατρίς…»(11). «Ἂν κυβερνοῦσε τήν Ἑλλάδα ὁ Καποδίστριας μερικά χρόνια ἀκόμα – ὅταν πέθανε δέν ἦταν οὔτε 56 ἐτῶν – θά ἦταν ἄλλη ἡ μοῖρα αὐτοῦ τοῦ τόπου καί πολλά δεινά πού ἀκολούθησαν, θά εἶχαν ἀποτραπῆ», παρατήρησε ὁ Κωνσταντῖνος Τσάτσος. «Ἴσως λίγοι τότε νά ἦταν σέ θέση νά ἀναμετρήσουν τό μέγεθος τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς, πού προκάλεσε ὁ θάνατός του. Μόνον ἡ ἀπόσταση μᾶς ἐπιτρέπει νά τή δοῦμε σήμερα ὁλόκληρη, σέ ὅλες της τίς συνέπειες» (12).

Πηγή πολιτικοῦ φρονηματισμοῦ, θά ἔπρεπε νά μᾶς εἶχαν γίνει τά σκοτεινά ἐκεῖνα χρόνια τῆς πρώτης μεταπελευθερωτικῆς περιόδου. Τό μέτρο – καί μόνο αὐτό – δίνει στόν ἄνθρωπο ἀνθρωπιά καί στόν Ἕλληνα τή δύναμη νά κάνει θαύματα. Δέν ἀρκοῦν οἱ πρόσκαιρες ἠθικές πατριωτικές ἐξάρσεις, ὅταν τίς ἀκολουθοῦν μακρές περίοδοι ἀφροσύνης καί ἀκαταστασίας. Τό μέτρο ἐπιβάλλει τή συνέχεια καί τή συνέπεια στούς λόγους καί στίς πράξεις. Ὁ Καποδίστριας, μπορεῖ καί πρέπει νά μᾶς γίνει ὑπόδειγμα, ζωντανή παρουσία τοῦ ἑλληνικοῦ μέτρου.

1. Ι.Α. Καποδίστρια, Ἐπιστολαί, μετάφρ. Κ. Σχινᾶ, Ἀθῆναι 1841, Δ΄, 302. Πβ. Ἑλένη Ε. Κούκκου, Ἰωάννης Καποδίστριας. Ὁ Ἄνθρωπος – Ὁ Διπλωμάτης (1800-1828), ἔκδ. Ἑστία, Ἀθῆναι 1978, σ. 11.

2. Κων. Τσάτσου, «Ἰωάννης Καποδίστριας, ὁ δημιουργός τῆς νέας Ἑλλάδος, Κερκυραϊκά Χρονικά 20 (1976), σ. 152.

3. Παν. Ζέπου, «Καποδίστριας», Τετράδια «Εὐθύνης», 5 (1978), σ. 18.

4. Ἑλένη Ε. Κούκκου, ὅ.π., σ. 13. 5. Σπ. Δέ Βιάζη, Ἰωάννης Καποδίστριας, ὡς ἰατρός καί συγγραφεύς, Ἶρις 1 (1898), σ.

5. Πβ. Ε. Ε. Κούκκου, Ὁ Καποδίστριας καί ἡ παιδεία, 1803-1822, Α. Ἡ Φιλόμουσος Ἑταιρεία τῆς Βιέννης, Ἀθῆναι 1958, σ.1 καί ἐξ.

6. Παν. Ζέπου, ὅ.π., σ. 1920.

7. Ὅ.π., σ. 21.

8. Γ. Τερτσέτη, Ἅπαντα, τ. 3, ἔκδ. Γ. Βαλέτα, Ἀθῆναι 1953, σ. 214.

9. Παν. Ζέπου, ὅ.π., σ. 22-23.

10. Ἰ. Α. Καποδίστρια, Ἐπιστολαί Α΄, σ. 160-161.

11. Ὅ.π., σ. 144

12. Κωνσταντίνου Τσάτσου, Ἰωάννης Καποδίστριας: Διακόσια χρόνια ἀπό τή γέννησή του (1776-1976), Τετράδια «Εὐθύνης», 5 (1978) σ. 17.

[ΕΡΩ ΤΕΥΧΟΣ 22-23]

Πηγή

Comments are closed.