Περί Σιωνισμού – Τα Επαχθή Δάνεια Της Εθνεγερσίας & Του 1897…! #5 (Photo)

Lyxnia_Zion

Τα Επαχθή Δάνεια Της Εθνεγερσίας & Του 1897

 

DER KAMERAD: Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής, ότι ουδένα αρνητικό συναίσθημα τρέφουμε προς τους Εβραίους – απλώς, παραθέτουμε ιστορικά γεγονότα.

Από όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι οι Εβραίοι δεν επιθυμούσαν για κανέναν λόγο την απελευθέρωση των Ελλήνων. Αντίθετα, εργάζονταν προς όφελος των Τούρκων, διότι η τουρκοκρατία εξυπηρετούσε τα σχέδιά τους για εκμεταλλευτική αισχροκέρδεια σε βάρος του υπόδουλου Ελληνισμού.

Οι Εβραίοι ωστόσο, πανούργοι από τη φύση τους, κατάφεραν να επωφεληθούν οικονομικά και από εκείνο ακόμη το γεγονός που απεύχονταν και το οποίο δεν ήταν άλλο από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Η οικονομική δυσπραγία του Ελληνισμού και οι αυξημένες ανάγκες του σε όπλα, πολεμοφόδια και τρόφιμα, έγιναν αντικείμενο της  πιο σκληρής εκμεταλλεύσεως από τους Εβραίους, οι οποίοι επωφελήθηκαν των περιστάσεων με σκοπό να γίνουν και πάλι κύριοι της καταστάσεως, υποδουλώνοντας οικονομικά το επαναστατημένο γένος.

Κατά τη διάρκεια του δαπανηρού αλλά κυρίως αιματηρού αγώνα, ο Ελληνισμός είχε ως μόνη διέξοδό του, για να επιβιώσει και να συνεχίσει την εξέγερση, τον εσωτερικό δανεισμό. Οι μόνοι πρόθυμοι να δανείσουν τους ‘Ελληνες, ήταν οι τοκογλύφοι Εβραίοι, θέτοντας φυσικά ως προϋπόθεση για τη σύναψη δανείων, όρους εξοντωτικούς.

Αξίζει να σημειωθε,ί ότι οι αγγλοεβραίοι τραπεζίτες Ρικάρντο (Ιωσήφ και Σαμψών), εμφανίσθηκαν πρόθυμοι να δανειοδοτήσουν τους ‘Ελληνες, υπό την προϋπόθεση όμως, ότι θα λάμβαναν ως υποθήκη ολόκληρη την Κορινθία και θα εισέπρατταν ως εξόφληση, τα διπλάσια χρήματα απ’ όσα είχαν συγκεντρώσει ως φιλέλληνες από ολόκληρη την Ευρώπη. Ιδιαίτερα επαχθείς, ήταν και οι όροι του Εβραίου τραπεζίτη Ρότσιλντ. Το αποτέλεσμα ήταν, το  Έθνος δανειοδοτούμενο κάτω από ληστρικές συνθήκες, να περιέλθει σε μία πιο ασφυκτική μορφή εξάρτησης, την οικονομική, από τους Εβραίους…

Στο σημείο ακριβώς αυτό, γίνονται κατανοητοί οι υπερχρονικοί στίχοι του κατά πολύ μεταγενέστερου ποιητή Κ. Καρυωτάκη «Λευτεριά, Λευτεριά, θα σε αγοράσουν έμποροι και κονσόρτσια κι Εβραίοι…».

Τελικά, το πρώτο δάνειο του Αγώνα, συνάφθηκε στην Αγγλία, το 1824. Οι ‘Ελληνες απεσταλμένοι Ι. Ορλάνδος και Α. Λουριώτης, συνομολόγησαν με τον οίκο Λόφνουν στις 21 Φεβρουαρίου 1824, δάνειο ύψους 800.000 λιρών στερλινών, σε τιμή έκδοσης 59% και τόκο ετήσιο 5% επί της ονομαστικής αξίας. Για την απόσβεση του δανείου, καθοριζόταν διάστημα 36 ετών. Ως εγγύηση δε – παρακαταθήκη- για την αποπληρωμή του δανείου, είχε συμφωνηθεί να τελούν όλα τα “Εθνικά κτήματα”. Από το ονομαστικό κεφάλαιο που αποτελούσε το ποσό του δανείου (800.000 λίρες), μόνο οι 298.700 δόθηκαν στους Έλληνες. Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού, εξανεμίστηκε σε προμήθειες και… έξοδα από τους Εβραίους. Το τελικό ποσό, αποφασίσθηκε να κατεβεί στις τράπεζες του φιλοεβραίου Καίσαρα Λογοθέτη και του Εβραίου Σαμουήλ Βαρφ, στη Ζάκυνθο. Ωστόσο, ακόμη και το εναπομείναν από τη λεηλασία ποσό, καθυστέρησε αρκετά να φθάσει στην Ελλάδα, στελνόταν δε με αγγλικά πλοία, υπό τη μορφή δόσεων, δυσχεραίνοντας σημαντικά την έκβαση του αγώνα.

Το δεύτερο “αγγλικό” δάνειο, ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν οι Εβραίοι αδελφοί Ρικάρντο, οι ληστρικές αξιώσεις των οποίων αναφέρθηκαν παραπάνω. Η συμφωνία για τη σύναψη του δανείου, τελικά  υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1825. Το ονομαστικό κεφάλαιο, ανερχόταν στα 2.000.000 λίρες στερλίνες για έξοδα δε του… τραπεζικού οίκου, προμήθεια πληρωμής τόκου, προμήθεια για τα μεσιτικά έξοδα συνομολογήσεως καθώς και για όλες τις Εβραϊκές «εκδουλεύσεις», το ύψος του ποσού το οποίο θα παρελάμβαναν οι Έλληνες κατήλθε στις 816.000 λίρες, ενώ η χρέωση λόγω του δανείου ίσχυσε για ολόκληρο το ποσό (2.000.000 λίρες).

‘Όμως ούτε και αυτό το ποσό τελικά ήταν στη διάθεση των Ελλήνων. Τέθηκε στη διάθεση της αγγλοεβραϊκής διαχειρίσεως με εκβιαστικούς όρους και αντί να σταλούν όπλα και χρήματα στην Ελλάδα, όπως είχε εκ των προτέρων συμφωνηθεί, παραγγέλθηκαν πλοία στην Αγγλία, φρεγάτες στις ΗΠΑ, μισθώθηκαν πανάκριβα αμειβόμενοι ξένοι στρατιωτικοί, οι οποίοι ήλθαν στην Ελλάδα όχι βέβαια για να συμβάλλουν στην διεξαγωγή του Αγώνα, αλλά για να θησαυρίσουν, εκμεταλλευόμενοι καιροσκοπικά, τις δυσμενείς για τον Ελληνισμό συγκυρίες, το δε εναπομείναν ποσό κατασπαταλήθηκε στο… χρηματιστήριο.

Ποτέ άλλοτε ‘Εθνος δεν καταληστεύθηκε κατ’ αυτό τον επαίσχυντο τρόπο, όπως συνέβη με το Ελληνικό στην προκειμένη περίπτωση.

Το υλικό, ότι δηλαδή απέμεινε από αυτό, παραδόθηκε τελικά στις Ελληνικές δυνάμεις προς το τέλος σχεδόν του αγώνα, μόλις το 1826 και αυτό υπήρξε ελλιπέστατο.

Αυτές, σε συντομία, ήταν οι ληστρικές – τοκογλυφικές επιδόσεις των Εβραιοάγγλων και των Εβραιοαμερικών «φιλελλήνων», για να επιβεβαιωθεί τελικά το εικοστό άρθρο από τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, το οποίο αναφέρει επιγραμματικά τα ακόλουθα: «Κάθε δάνειο υποδεικνύει την αδυναμία του Κράτους και την μη κατανόηση των δικαιωμάτων αυτού. Τα δάνεια επικρέμωνται όπως το σπαθί  του Δαμοκλέους στο κεφάλι κυβερνώντων. Τα εξωτερικά δάνεια είναι βδέλες. Όταν όμως εξαγοράσουμε τα πρόσωπα τα οποία χρειάζονται, για να μεταφέρουν τα δάνεια σε εξωτερικό έδαφος, όλα τα πλούτη των κρατών διοχετεύονται στα ταμεία μας και όλοι οι χριστιανοί αρχίζουν να καταβάλλουν σε εμάς φόρο υποτέλειας…». Νιώθοντας απέχθεια, αλλά και αγανάκτηση από την κατάσταση που επικρατούσε, μία κατάσταση η οποία με ελαφρές παραλλαγές, εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και σήμερα, ο φιλέλλην Λόρδος Βύρων σε ποίημά του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει και τους ακόλουθους στίχους.

«Πόσο πλούσια είναι η Βρετανία
‘Οχι φυσικά σε ορυχεία, ή ειρήνη
ή αφθονία, καλαμπόκι ή λάδι ή κρασιά.
‘Ηταν ποτέ η χριστιανική γη τόσο
πλούσια σε εβραίους;
‘Ολες οι καταστάσεις.
‘Ολα τα πράγματα.
‘Ολες  τις ηγεμονίες, αυτοί τις ελέγχουν.
Κάνουν ένα δάνειο «απ’ την Ινδία ως τον Πόλο»
με μεγάλη ταχύτητα.
Αυτοί  τραπεζίτης – κτηματομεσίτης – Βαρώνος.
Βοηθούν την χρεωκοπία μας
τύραννοι για το συμφέρον τους…

1897 – ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ & Δ.Ο.Ε.

Αφορμή, όχι όμως και αιτία, του πολέμου μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας, στάθηκε το κρητικό πρόβλημα. Η Τουρκία, έχοντας την απόλυτη συγκατάθεση των τότε Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων– Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Γερμανίας και Ρωσίας, αρνιόταν να δεχθεί την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Γι αυτό το λόγο, είχαν αποκλείσει την Κρήτη με τους στόλους τους. Οι Σιωνιστές όμως, που είχαν σχεδιάσει την πρόκληση ελληνοτουρκικού πολέμου, χρησιμοποίησαν την αφορμή αυτή, τόσο για να επιφέρουν τη σύγκρουση, όσο και για να αναμείξουν σε αυτή και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Με έρισμα λοιπόν το κρητικό πρόβλημα και τον αγώνα του κρητικού λαού να ενωθεί με τη Μητέρα Ελλάδα, Ο Σιωνισμός με το όργανό του, την Μασονία, αναδιοργανώνει και χρηματοδοτεί μέσω της ‘Μεγάλης Τεκτονικής Στοάς‘ Αθηνών την ευρισκόμενη σε αδράνεια ‘Εθνική Εταιρεία‘. Η τελευταία είχε ιδρυθεί το 1894 υπό τη μορφή χούντας από μια ομάδα νέων – και τότε – αξιωματικών, με βασικό πυρήνα τους Χρίστο Σουλιώτη, Πέτρο Λυκούδη και Αλέξανδρο Σοφιανό. Ο απόλυτος έλεγχος της ομάδας αυτής από την ‘ακμάζουσα’ και κατά την εποχή αυτή Μασονία, όπως και ο μυστικισμός της, επέτρεψαν στο Σιωνισμό να την κάνει όργανο των ανθελληνικών σχεδίων του (όπως έκανε και με τον Ι.Δ.Ε.Α. και με τις χούντες Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη).

Η ομάδα αυτή, καθοδηγούμενη από τη Μασονία και την ‘Εβραϊκή κοινότητα της Αθήνας‘, κάτω από το πρόσχημα βοήθειας προς τον αγωνιζόμενο για την ένωση κρητικό λαό, εξαναγκάζει την τότε κυβέρνηση με κάθε μορφής εκβιασμούς και πιέσεις να στείλει εκστρατευτικό σώμα στην Κρήτη, παρά τις επίμονες αρνήσεις και αντίθετες προειδοποιήσεις των ‘Μεγάλων …Δυνάμεων’. Πράγματι, υπό τις πιέσεις του τύπου και του λαού, τις οποίες οργάνωνε αυτή η ομάδα, στις 3/15 Φεβρουαρίου 1897, το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα με αρχηγό τον συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο, αναχωρεί για την Κρήτη.

Ο ιστορικός Γεώργιος Ασπρέας, ο οποίος μελέτησε τα σχετικά προς την εκστρατεία αρχεία, υποστηρίζει, ότι ούτε ο Πρωθυπουργός Δηληγιάννης, ούτε ο Βασιλεύς Γεώργιος Α’, μα ούτε και ο ίδιος ο συνταγματάρχης Βάσσος ήθελαν την αποστολή του Σώματος, φοβούμενη την πρόκληση πολέμου με την Τουρκία. Ο Ασπρέας υποστηρίζει πως ‘όταν ο Γεώργιος Α` κάλεσε τον Βάσσο να του ανακοινώσει την αποστολή του στην Κρήτη, ο τελευταίος εξέφρασε ζωηρές αντιρρήσεις προς τον Βασιλέα, χαρακτηρίζοντας την ‘ως ‘λίαν επικίνδυνον περιπέτειαν’. Στις αντιρρήσεις αυτές ο Βασιλεύς απάντησε: ‘’Με εκβιάζουν και με καθιστούν συνένοχο πράξεως, ήτις θα μας οδηγήσει εις καταστροφάς’. Όταν ο Βάσσος παρατήρησε στον Βασιλιά, πως έπρεπε να παύσει τον τότε Πρωθυπουργό Δηληγιάννη, ο Γεώργιος του απάντησε: “‘Θα τον έπαυα, αν είχα που να στηριχθώ. Η αντιπολίτευσις είναι χειροτέρα από την κυβέρνησιν, όλοι θα στραφούν εναντίον μου, διότι όλοι με συκοφαντούν. Αυτή η Εθνική Επιτροπή… εμέθυσε τον Λαό και μας σπρώχνει όλους εις την καταστροφήν” (βλ. ΣΠΥΡΟΥ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ ‘ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ’, Τόμος 6ος, σελ. 132).

Η προβοκατόρικη αυτή ομάδα, εκτός από τη δράση που ανέπτυξε ‘υπέρ των αγωνιζομένων της Κρήτης’ με τα λεφτά πάντα των Εβραίων, οργάνωσε και αντάρτικα σώματα για επιθέσεις στα τότε τουρκικά εδάφη. Έτσι με τις αντάρτικες εισβολές στις τουρκικές –τότε- περιοχές, κατάφεραν να παρασύρουν και τον τακτικό στρατό σε μεθοριακά επεισόδια με τον αντίστοιχο τουρκικό. Έτσι με αφορμή την κατάληψη του υψώματος Άνω Ανάληψη ή Νεζερού από τους Έλληνες, ξεσπά ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 με τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα μας. Όπως γράφει οΣπύρος Μαρκεζίνης στην Ιστορία του, “όταν ο πόλεμος ‘εξερράγη και έλαβε δυσάρεστον τροπήν, ήρχισαν να εκδηλούνται ταραχαί εις την πρωτεύουσαν θέτουσαι εις κίνδυνον την τάξιν, τότε η Εθνική Εταιρεία επροτίμησε να εξαφανισθή”.

Γιατί όμως προκάλεσαν τον πόλεμο; O Σουλτάνος αρνιόταν πεισματικά να πουλήσει στους Σιωνιστές την Παλαιστίνη. Η Οθωμανική όμως αυτοκρατορία, είχε αρχίσει ήδη να καταρρέει. Οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις, βλέποντας την κατάρρευση αυτή, είχαν συμφωνήσει να μη την επιταχύνουν, ούτε να επιδιώξουν εδαφικές ανακατατάξεις στην Βαλκανική και τη Μέση Ανατολή. Η συμφωνία αυτή, είχε ως στόχο να μην αναγκαστούν να αλληλοσυγκρουστούν για το διαμοιρασμό των λαφύρων από την αναπόφευκτη διάλυση, – όπως τελικά έγινε το 1917. Ενώ όμως είχαν κάνει τη συμφωνία αυτή, κάθε μια εργαζόταν παρασκηνιακά για λογαριασμό της προκειμένου να επωφεληθεί σε βάρος των υπολοίπων.

Ο Σιωνιστικός όμως σχεδιασμός, επεδίωκε ΚΑΙ την ανάμειξη των Μεγάλων Δυνάμεων. Γνωρίζοντας το υπάρχον διπλωματικό παρασκήνιο μεταξύ τους, ήταν βέβαιοι, ότι κατά τη σύγκρουση Ελλάδος-Τουρκίας θα εξαναγκάζονταν κι αυτές εκ των πραγμάτων σε κάποια συμμετοχή. Έτσι ήταν βέβαιο πως κάποιες θα τάσσονταν με το πλευρό της Ελλάδος, όπως έγινε με την Αγγλία και την Γαλλία, κι άλλες με το πλευρό της Τουρκίας, όπως έγινε με τη Ρωσία και τη Γερμανία. Με την ανάμειξη των μεγάλων επιδίωκαν : 1) Τον εξαναγκασμό τους σε εμφανή διπλωματική αλληλοσύγκρουση, και 2) στη συνέχεια, τη διάλυση της ενιαίας μέχρι τότε πολιτικής τους για την αναγκαιότητα διατηρήσεως της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο μακροπρόθεσμος στόχος των Σιωνιστών ήταν, με την παραπέρα υποδαύλιση των φιλοδοξιών να τις οδηγήσουν στον αλληλοσπαραγμό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Με αυτή τη διαδικασία, ανεξάρτητα αν παρεμβλήθηκε ο αστάθμητος παράγοντας του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, οι Σιωνιστές θα είχαν την αρπαγή των κτήσεων της υπό κατάρρευση Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γνώριζαν πως το αναπόφευκτο κέντρο σύρραξης θα ήταν η Βαλκανική και η ευρωπαϊκή Τουρκία. Επομένως, ήταν φυσικό πως η Τουρκία, κάτω από την κοινή πίεση των Δυνάμεων στη Βαλκανική, θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει τις κτήσεις της στη Μέση Ανατολή. Γνώριζαν επίσης, ότι η Αγγλία, που ήταν τότε απόλυτος κυρίαρχος στη Μεσόγειο, τον Περσικό, την Ερυθρά και τον Ινδικό, ότι θα διαδεχόταν την Τουρκία στην Παλαιστίνη. Ακόμη ότι τόσο η Γερμανία όσο και η Ρωσία δεν είχαν τη δυνατότητα εκείνη την εποχή να παίξουν τέτοιο ρόλο. Παρά το ότι αυτές οι 2 χώρες δεν ήταν στρατικοοικονομικά προετοιμασμένες για μια τέτοια κάθοδο, υπήρχε η περίπτωση να την επιχειρήσουν από κοινού ή μεμονωμένα. Για την αποφυγή αυτού του ενδεχομένου, οι Σιωνιστές είχαν προπαρασκευάσει τόσο τη διένεξη Ρωσίας-Γερμανίας, όσο και τον εμφύλιο πόλεμο στην πρώτη, υπό τη μορφή της μπολσεβίκικης επανάστασης.

Για να γίνει κατανοητό που στηρίζονταν οι Σιωνιστές για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους, θα πρέπει να διεξαχθεί μια έρευνα στο πολλαπλό ‘βραχυκύκλωμα’ που είχαν πετύχει ανάμεσα στην τσαρική αυλή, την Ρωσική κυβέρνηση, τον πολιτικοοικονομικό και οικονομικοστρατιωτικό της μηχανισμό και τη σχεδιασμένη και προετοιμασμένη από αυτούς ρωσική και μπολσεβίκικη επανάσταση. Για μια τέτοια έρευνα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι: 1) Η βάση και το αρχηγείο του Σιωνισμού ήταν –μέχρι το 1944- η Ρωσία, και 2) η απόλυτη πλειοψηφία της ηγεσίας της “Ρωσικής” και Μπολσεβίκικης επανάστασης ήταν Εβραίοι και ηγετικά στελέχη του Σιωνιστικού Κινήματος, όπως οι Κερένσκυ, Τρότσκυ, Στάϊμπερκ, Σουχάνοφ, Κάμκωφ, Μαρτώφ, Αβεσανώφ κ.λ.π. Παρόμοια επιρροή είχαν επιτύχει και στη Γερμανία.

ΔΗΜΟΘΟΙΝΙΑ

Leave a Reply